Translation glossary: misc

Creator:
Filter
Reset
Showing entries 1-50 of 224
Next »
 
administration / administrative receivershipαναγκαστική/δικαστική/έκτακτη διαχείριση (+ περιουσίας εν χρεωκοπία) 
English to Greek   Business/Commerce (general)
affiantενόρκως καταθέτων 
English to Greek
arm\'s length (e.g. settlement)επί ίσοις όροις, υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού, με πλήρη γνώση των συνθηκών της αγοράς 
English to Greek   Economics
authorshipπατρότητα 
English to Greek
ό.π.op. cit. / ibid. / Idem 
Greek to English
BA Hons. in Arts/Sciences; BEd Hons.πτυχίο ανθρωπιστικών επιστημών 
English to Greek
Bαθμός γάμου: A\'Marriage order: First 
Greek to English
Bεβαίωση απόδοσης ΑΦΜTIN assignment certificate
 
Greek to English   Law: Taxation & Customs
c/o = care ofφροντίδα του/της, υπόψη του/της, φροντίδι του/της [συνήθως παραμένει αμετάφραστο] 
English to Greek
civil unionαστική ένωση / (ένωση αστικού χαρακτήρα) 
English to Greek
close-out margin rule, automatic margin close-outπρακτικής του αυτόματου περιθωρίου κλεισίματος θέσης / εκκαθάρισης 
English to Greek
compiler // assemblerμεταγλωττιστής // συμβολομεταφραστής 
English to Greek
compounding; compound interestανατοκισμός, σύνθετη κεφαλαιοποίηση, σύνθετος τόκος 
English to Greek   Finance (general)
condominium associationένωση συνιδιοκτητών πολυκατοικίας 
English to Greek
deficiencyπρόσθετος φόρος 
English to Greek
designated/delegated officialαρμόδιος υπάλληλος 
English to Greek
Doctor of MedicineΠτυχίο Ιατρικής 
English to Greek
dual branded-cardκάρτα (από) κοινού (προωθήσεως) σήματος 
English to Greek
due diligenceδέουσα επιμέλεια 
English to Greek
foreclosureάσκηση δικαιώματος κατασχέσεως εξ υποθήκης 
English to Greek   Real Estate
grade passπροβιβάσιμος βαθμός 
English to Greek
informantπληροφορητής 
English to Greek
Κ.Π.Τ.Ε. = και περί τούτων εργαζόμενοιrelated workers 
Greek to English
ΚΑΕRevenue Code Number
 
Greek to English   Law: Taxation & Customs
ρυμουλκούμενοdolly, trailer, semi-trailer 
Greek to English
ρυμουλκόtractor [US], tractor unit [UK], prime mover (vehicle) 
Greek to English
ΠΟΛ (Πολυγραφημένη Υπουργική Εγκύκλιος)Circular No. (POL) 
Greek to English
Προθεσμιακή κατάθεσηΤime deposit
 
Greek to English   Finance (general)
ΠΣ = Παραγωγική ΣχολήOfficers Training School 
Greek to English
Τ.E.I.Technological Education Institute(s) 
Greek to English
Τ.Κ./Δ.Κ. ή Τ.Δ./Δ.Δ.Local Community/Municipal Community or Local Department/Municipal Department 
Greek to English
Τ.Α.Π. = τέλος ακίνητης περιουσίαςreal estate / real property tax 
Greek to English
Τ.Δ. (τοπικό διαμέρισμα)Local Administrative District 
Greek to English
ΤΚΣΤαμείο Κοινωνικής Συνοχής 
Greek to English
Τμήμα Ασφάλειας (Τ.Α.)Security Department 
Greek to English
Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη [Cyprus]Department of the Registrar of Companies and Official Receiver
 
Greek to English
Φ.Μ.Α. (Φόρος Μεταβίβασης Ακινήτου)Real Estate Transfer Tax 
Greek to English
Φ.Ε.Κ. (Φύλλο Εφημερίδας Κυβερνήσεως)Official Government Gazette 
Greek to English
ΦΠρ = μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο στον πείρο του ημιρυμουλκούμενου (ΦΠρ)Maximum permissible load on the semi-trailer pin (MPr) 
Greek to English
ΦΠρ = μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο στον πείρο του ημιρυμουλκούμενου (ΦΠρ)Maximum permissible load on the semi-trailer pin (MPr) 
Greek to English
ΦΜΥ = φόρος μισθωτών υπηρεσιώνpayroll tax, wages tax, income tax 
Greek to English
ΦPR = μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο επί της πλάκας επικαθίσεωςmaximum permissible load on the fifth-wheel (coupling) 
Greek to English
α/α , α.α. , κ.α.α. = (και) αντ\\\' αυτούp.p. , pp. , per pro = per procurationem , per procura 
Greek to English
α/α οικ. μερ. = α/α οικογενειακής μερίδαςfamily record s/n 
Greek to English
αρ. πρωτ. οικ. = αριθμός πρωτοκόλλου οίκοθενinternal reference number 
Greek to English
αρθρωτό φορτηγόsemi-trailer truck, semitruck or semi, eighteen-wheeler, big rig, tractor-trailer [US], articulated lorry [UK] 
Greek to English
αρθρωτό φορτηγόsemi-trailer truck, semitruck or semi, eighteen-wheeler, big rig, tractor-trailer [US], articulated lorry [UK] 
Greek to English
αριθ. χρημ. καταλ. = αριθμός χρηματικού καταλόγουtax verification record 
Greek to English
αριθ. χρημ. καταλ. = αριθμός χρηματικού καταλόγουtax verification record 
Greek to English
αρτιότητεςbuildable plots 
Greek to English   Real Estate
Next »
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search