Glossary entry (derived from question below)
English term or phrase:
numeracy
Greek translation:
αριθμητισμός
Feb 11, 2010 17:59
14 yrs ago
English term
numeracy
GBK
English to Greek
Social Sciences
Education / Pedagogy
Definition from
Wikipedia:
Numeracy is the ability to reason with numbers and other mathematical concepts. To be numerically literate, a person has to be comfortable with logic and reasoning. Some of the areas that are involved in numeracy include: basic numbers, orders of magnitude, geometry, algebra, probability and statistics.
Example sentences:
Numeracy is used in science class when students interpret a graph, in woodwork when they confidently measure a piece of wood, or in cooking when a student halves a recipe without being given specific instructions on what to do. (The State of Queensland)
What appears in most definitions of numeracy from the 1980s and 1990s is the use of mathematics in real-life situations and the idea that it can be used in a goal-oriented way, depending on the needs and interests of the individual in a given context (home, community, workplace). (NCSALL)
Punctuality, literacy, numeracy and enthusiasm are the four key requirements of any young person seeking their first job. (Guardian News and Media Limited)
Proposed translations
(Greek)
5 +2 | αριθμητισμός |
Nick Lingris
![]() |
3 | αριθμητική |
Julie Fragkaki
![]() |
Change log
Feb 11, 2010 17:36: changed "Kudoz queue" from "In queue" to "Public"
Feb 11, 2010 17:59: changed "Stage" from "Preparation" to "Submission"
Feb 14, 2010 18:58: changed "Stage" from "Submission" to "Selection"
Feb 23, 2010 23:54: changed "Stage" from "Selection" to "Completion"
Proposed translations
+2
10 days
Selected
αριθμητισμός
http://en.wikipedia.org/wiki/Numeracy
Η απόδοση "αριθμητικός ή μαθηματικός γραμματισμός" αντιστοιχεί στον συνώνυμο όρο numerical literacy, από τον οποίο προήλθε ο όρος numeracy κατ' αντιστοιχία προς το literacy.
Η απόδοση "αριθμητικός ή μαθηματικός γραμματισμός" αντιστοιχεί στον συνώνυμο όρο numerical literacy, από τον οποίο προήλθε ο όρος numeracy κατ' αντιστοιχία προς το literacy.
Definition from
Μελέτη ΑΡΙΘΜΗΤΙΣΜΟΣ Ή:
Η ελάχιστη γνώση από μαθηματικά και επιστημονικά αντικείμενα, τα οποία διαθέτει κάποιο άτομο με σκοπό να θεωρηθεί μορφωμένο.<br />(Βασισμένο στον ορισμό της Έκθεσης Crowther του 1959)
Example sentences:
Ο γραμματισμός ενέχει την ενοποίηση της ακρόασης, της ομιλίας, της ανάγνωσης, της γραφής και της κριτικής σκέψης· ενσωματώνει τον *αριθμητισμό*· περιλαμβάνει την πολιτισμική γνώση που επιτρέπει σε έναν ομιλητή, συγγραφέα ή αναγνώστη να αναγνωρίζει και να χρησιμοποιεί την κατάλληλη γλώσσα σε διαφορετικές κοινωνικές περιστάσεις. (Πύλη)
Ο αριθμητισμός ως κοινωνική γνώση στον 21ο αιώνα (Πανελλ. Συνέδριο Μαθη�)
[...] με έμφαση στον γραμματισμό και τον αριθμητισμό (literacy, numeracy) (Παιδαγωγικό Ινστιτού�)
Peer comment(s):
agree |
ALEXANDRA KAROUSOU
14 mins
|
Ευχαριστώ!
|
|
agree |
Ifigenia Vrettopoulou
2 days 2 hrs
|
Ευχαριστώ!
|
4 KudoZ points awarded for this answer.
9 days
αριθμητική
Definition from
Wikipedia:
Η Αριθμητική είναι ο παλαιότερος και πιο στοιχειώδης κλάδος των μαθηματικών, χρησιμοποιείται από σχεδόν όλους, για εργασίες που ποικίλουν από απλές καθημερινές δραστηριότητες μέτρησης ως προχωρημένους επιστημονικούς ή οικονομικούς υπολογισμούς.
Example sentences:
Ένα τέτοιο εσωτερικό πρόβλημα της ΕΕ σχετικό με την εκπαίδευση αφορά τις πενιχρές δυνατότητες των Ρομ να παρακολουθήσουν σχολική εκπαίδευση και να αποκτήσουν απαιτούμενες βασικές δεξιότητες – στην ανάγνωση και την αριθμητική, μεταξύ άλλων. (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλι�)
Discussion
By the way, I do not consider all of iate's entries adequate.
Η λέξη γραμματισμός δεν υπάρχει στη γλώσσα μας. Για το "literacy" λέμε "αλφαβητισμός", "παιδεία" / "μόρφωση". Για το numeracy, αν θέλουμε σώνει και καλά να δημιουργήσουμε μία λέξη, άντε να πούμε "μαθηματισμός", μη γένοιτο!
Θα πρότεινα: "μαθηματική παιδεία" / "μαθηματικές γνώσεις", που ακούγονται πιο ελληνικά.
Μαθηματικός γραμματισμός = mathematical literacy (άλλη διατύπωση)