Glossary entry (derived from question below)
Oct 30, 2008 15:03
15 yrs ago
English term
phonagnosia
English to Greek
Medical
Science (general)
Πρόκειται για την περίπτωση όπου λόγω νευρολογικών προβλημάτων (πχ. λόγω εγκεφαλικού) το άτομο σταματά να αναγνωρίζει μέχρι πρότινος οικείες φωνές. Δεν μπορώ να βρω λέξη στα ελληνικά (φωνοαγνωσία, φωναγνωσία...???). Ευχαριστώ εκ των προτέρων για τη βοήθεια.
Proposed translations
(Greek)
3 +1 | αγνωσία φωνών | Efi Maryeli (X) |
4 | ακουστική αγνωσία | Ioanna Orfanoudaki |
Proposed translations
+1
3 hrs
Selected
αγνωσία φωνών
Εφόσον ο όρος "φωναγνωσία" δεν υπάρχει, ίσως θα ήταν καλύτερο να δωθεί περιφραστικά. Καθώς το "ακουστική αγνωσία" είναι πιο γενικός όρος και αφορά διάφορα είδη ήχων και αφού υπάρχουν σύνθετοι όροι όπου χρησιμοποιείται η γενική (όπως αγνωσία χρωμάτων κ.τ.λ.) ίσως θα ήταν καλύτερο να χρησιμοποιηθεί η γενική "αγνωσία φωνών" βάζοντας τον ξένο όρο σε παρένθεση.
4 KudoZ points awarded for this answer.
23 mins
ακουστική αγνωσία
... και σύμφωνα και με τον Α. Μαλλιάρη από το Λεξικό Ιατρικών Όρων.
"Αγνωσία είναι η κατάσταση κατά την οποίαν, σε ορισμένες παθήσεις του εγκεφάλου, ο ασθενής χάνει την ικανότητα να αναγνωρίσει το είδος των αντικειμένων μέσω των αισθήσεων - αφή, γεύση, όραση, ακοή"
www.specialeducation.gr/files/module2.pdf
"Αγνωσία είναι η κατάσταση κατά την οποίαν, σε ορισμένες παθήσεις του εγκεφάλου, ο ασθενής χάνει την ικανότητα να αναγνωρίσει το είδος των αντικειμένων μέσω των αισθήσεων - αφή, γεύση, όραση, ακοή"
www.specialeducation.gr/files/module2.pdf
Peer comment(s):
neutral |
Eleftheria Dekavalla
: Για την ακουστική αγνωσία υπάρχει ο όρος auditory agnosia. Είναι γενικότερο από την αγνωσία συγκεκριμένων φωνών. Μόνο που φωναγνωσία δεν το βρίσκω ως δόκιμο όρο
11 hrs
|
Something went wrong...