Nov 11, 2007 09:18
17 yrs ago
12 viewers *
Greek term

Δ.Ν.

Greek Law/Patents Law (general) Τίτλος νομικού
Πρόκειται για τίτλο νομικών, π.χ.

(1) Τάδε Ταδόπουλος, Δ.Ν. Επιστημονικός συνεργάτης Ινστιτούτου...
(2) Τάδε Ταδόπουλος, Δικηγόρος Δ.Ν. [ή και: δ.ν.]

Ισμήνη Κριάρη - Κατράνη, η Δικηγόρος Δ.Ν. και Καθηγήτρια ΤΕΙ κ. Αλεξάνδρα Βάρκα - Αδάμη, ο Δικηγόρος κ. Λέανδρος Λεφάκης

Responses

+2
22 mins
Greek term (edited): Δ.Ν. (διδακτ. νομικής) κ.λπ.
Selected

J.D. (Juris Doctor)

Παρέχουν επίσης τη δυνατότητα εκπόνησης διδακτορικής διατριβής για την απόκτηση του τίτλου του διδάκτορος νομικής (δ.ν.). Τομέας Α΄ Ιδιωτικού Δικαίου ...
http://www.lawnet.gr/pages/eofn/3/metaptihiako.asp


http://www.google.co.uk/search?sourceid=navclient&ie=UTF-8&r...
Peer comment(s):

agree Nick Lingris
3 hrs
Ta! :)
agree Evi Prokopi (X)
7 hrs
Ta!
Something went wrong...
4 KudoZ points awarded for this answer. Comment: "Ευχαριστώ, Ελένη. Καλή εβδομάδα"
Term search
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search