Glossary entry (derived from question below)
Greek term or phrase:
Επάγγελμα: Οικιακά
French translation:
Profession : à domicile
Greek term
Επάγγελμα: Οικιακά
Επειδή έχει κολλήσει το μυαλό μου, κάποιος/α να με βοηθήσει...
Εχω ολοκληρώσει πακέτο εγγράφων και είναι το μόνο έγγραφο που μου απομένει...
Ευχαριστώ εκ των προτέρων...
4 | Profession : à domicile | CATHERINE MARCHAND |
femme au foyer | Savvas SEIMANIDIS |
May 8, 2019 10:19: Assimina Vavoula changed "Edited KOG entry" from "<a href="/profile/76120">Assimina Vavoula's</a> old entry - "Επάγγελμα: Οικιακά"" to ""Profession : à domicile ""
May 8, 2019 10:19: Assimina Vavoula changed "Edited KOG entry" from "<a href="/profile/76120">Assimina Vavoula's</a> old entry - "Επάγγελμα: Οικιακά"" to ""Profession : à domicile ""
Proposed translations
Profession : à domicile
profession à domicile ou sans profession
Nettoyage à domicile pour particuliers
Reference comments
femme au foyer
"emploi à domicile" αντιστοιχεί σε μια ΑΜΟΙΒΟΜΕΝΗ επαγγελματική απασχόληση κατ'οίκον είτε για λογαριασμό τρίτου είτε υπο το καθεστώς του αυτοαπασχολούμενου. Παραδείγματος χάριν, η τήρηση λογιστικών βιβλίων από μια γυναίκα η οποία ενημερώνει τα βιβλία από την οικία της είναι travail à domicile αλλά η εν λόγω γυναίκα δεν θεωρείται femme qu foyer διότι δεν περιορίζεται στις εργασίες του νοικουριού της . Αντιθέτως, αν μια γυναίκα εργάζεται σε ξένα σπίτια ως οικιακή βοηθός, αποκαλείται "Aide ménagère" ou "Aide à domicile". Ο όρος "Nettoyage à domicile" δεν χρησιμοποιείται στα γαλλικά.
Discussion