Jun 6, 2009 06:22
15 yrs ago
1 viewer *
French term
voile huméral
French to Greek
Other
Religion
καθολικισμός
Le voile huméral est un objet utilisé dans la liturgie catholique, notamment pour procéder à la Bénédiction et au Salut du Saint-Sacrement.
Il s'agit d'une pièce de tissu assez longue et peu large, très souvent en soie, qui est apparue dans la liturgie au IXe siècle[1]. Il existe en réalité trois voiles huméraux différents :
Aux bénédictions ainsi qu'aux processions du Saint-Sacrement, comme par exemple lors de la Fête-Dieu, le prêtre se couvre les épaules et les mains du voile du Saint-Sacrement, pour tenir l'ostensoir présentant l'hostie consacrée. Le voile sert à masquer l'hostie - et par conséquent la lunule qui la contient - du regard des fidèles jusqu'à ce que la lunule soit placée dans l'ostensoir, où l'hostie est exposée. De même, le voile huméral sert de la même façon lors de retour de l'hostie dans le tabernacle. Ce voile est toujours de couleur blanche.
Il s'agit d'une pièce de tissu assez longue et peu large, très souvent en soie, qui est apparue dans la liturgie au IXe siècle[1]. Il existe en réalité trois voiles huméraux différents :
Aux bénédictions ainsi qu'aux processions du Saint-Sacrement, comme par exemple lors de la Fête-Dieu, le prêtre se couvre les épaules et les mains du voile du Saint-Sacrement, pour tenir l'ostensoir présentant l'hostie consacrée. Le voile sert à masquer l'hostie - et par conséquent la lunule qui la contient - du regard des fidèles jusqu'à ce que la lunule soit placée dans l'ostensoir, où l'hostie est exposée. De même, le voile huméral sert de la même façon lors de retour de l'hostie dans le tabernacle. Ce voile est toujours de couleur blanche.
Proposed translations
(Greek)
5 | Ωμιαίος αήρ | Anastasia Kalantzi |
Proposed translations
4561 days
French term (edited):
voile huméral
Ωμιαίος αήρ
Εκτός των άλλων γνωστών όρων που γνωρίζουμε για τον όρο voile, και καθώς το περιέγραψες και εσύ πιο πάνω σωστά, είναι και το κάλυμμα του Αγίου Ποτηρίου, το οποίο στη καθαρεύουσα ή στη λόγια διάλεκτο ονομάζεται ως ''αήρ''.
Ο όρος huméral, ως γνωστόν, σημαίνει ωμιαίος, βραχιόνιος, ωμιακός, βραχιονικός, με απλά λόγια, ο σχετικός με τον ώμο, του ώμου, εξ ου και artère humérale = ωμιαία αρτηρία.
Το επίθετο huméral, -e προέρχεται από το λατινικό humerus, οστούν του βραχίονος, το βραχιόνιον οστούν, το από του ώμου μέχρι της ωλένης [αγκώνος] οστούν του ανθρώπου.
Άρα λοιπόν εδώ, όπως κι εσύ ανέφερες, αναφέρεται στο ειδικό αυτό εκκλησιαστικό άμφιο που φορούν οι καθολικοί ιερείς για την Θεία Μετάληψη και πιάνει από τον ώμο ως και τον βραχίονα που θα δώσει και την όστια στο στόμα του πιστού.
Ο όρος huméral, ως γνωστόν, σημαίνει ωμιαίος, βραχιόνιος, ωμιακός, βραχιονικός, με απλά λόγια, ο σχετικός με τον ώμο, του ώμου, εξ ου και artère humérale = ωμιαία αρτηρία.
Το επίθετο huméral, -e προέρχεται από το λατινικό humerus, οστούν του βραχίονος, το βραχιόνιον οστούν, το από του ώμου μέχρι της ωλένης [αγκώνος] οστούν του ανθρώπου.
Άρα λοιπόν εδώ, όπως κι εσύ ανέφερες, αναφέρεται στο ειδικό αυτό εκκλησιαστικό άμφιο που φορούν οι καθολικοί ιερείς για την Θεία Μετάληψη και πιάνει από τον ώμο ως και τον βραχίονα που θα δώσει και την όστια στο στόμα του πιστού.
Something went wrong...