GBK glossarySearch the glossaries created from glossary-building KudoZ (GBK) questions. | To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise. |
Home - Greek
- Economics
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Το φαινόμενο της συνύπαρξης στασιμότητας στην οικονομική δραστηριότητα και πληθωρισμού (stagnation and inflation).
Επίσης, Στασιμοπληθωρισμός αποκαλείται το οικονομικό φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο, για ένα δεδομένο χρονικό διάστημα παρατηρείται αύξηση των ποσοστών ανεργίας παράλληλα με την αύξηση του πληθωρισμού. Πρόκειται ουσιαστικά για ένδειξη μη αποτελεσματικής αγοράς, καθώς παραδοσιακά τα ποσοστά της ανεργίας κινούνται αντίστροφα με τις πληθωριστικές πιέσεις. Συνήθως πληθωριστικές πιέσεις παρατηρούνται σε οικονομίες που τρέχουν με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, κάτι που αυξάνει τη ζήτηση για προϊόντα, συνεπώς και τις τιμές για δεδομένη προσφορά. Λόγω δε των ρυθμών ανάπτυξης, δημιουργούνται θέσεις εργασίας, συνεπώς θα έπρεπε τα ποσοστά της ανεργίας να συμπιέζονται προς τα κάτω.
Wikipedia - by Ioanna Daskalopoulou
- Example sentence(s)
- Κατά συνέπεια, η Δύση οδηγείται και πάλι στον στασιμοπληθωρισμό, τα επιτόκια ανεβαίνουν και η στασιμότητα γενικεύεται, διότι τα δάνεια γίνονται ακριβότερα... - Wikepedia by Ioanna Daskalopoulou
- Related KudoZ question
Compare [close] Compare [close] - Latvian
- Economics
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Stagflācija ir ļoti nelabvēlīgs stāvoklis valsts ekonomikā, ja ekonomikas sastingumu (ražošanas samazināšanos un ar to saistīto bezdarba pieaugumu) vēl papildina inflācija. Eurotermbank - by Ieva Kupruka
- Example sentence(s)
- Stagflācija – situācija, kurai raksturīgi zemi ekonomikas attīstības tempi un straujš cenu kāpums; vienīgais veids, kā veiksmīgi pārvarēt šo situāciju, ir cīnīties pret inflāciju, proti, paaugstināt procentu likmes, tomēr tas galu galā traucē ekonomikas attīstībai. Stagflācija 70. gadu beigās un 80. gadu sākumā izraisīja ilgstošu recesiju. - Swedbank by Ieva Kupruka
- Related KudoZ question
- Compare this term in: Serbian, Croatian, Albanian, Arabic, Bulgarian, Catalan, Czech, Chinese, Danish, German, Dutch, English, Spanish, Persian (Farsi), Finnish, French, Hebrew, Hindi, Hungarian, Indonesian, Italian, Japanese, Korean, Lithuanian, Macedonian, Norwegian, Portuguese, Romanian, Russian, Slovak, Slovenian, Swedish, Turkish, Ukrainian
| | The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license. | | | | X Sign in to your ProZ.com account... | | | | | | |