To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise.

    Home
    • Greek
      • Search
        • Term
          • πνευμονικό διήθημα
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • Πνευμονικό διήθημα ή διήθημα πνεύμονα. Από παθοφυσιολογική άποψη, ο όρος «διήθημα» παραπέμπει σε «παθολογική ουσία που συσσωρεύεται σταδιακά στο εσωτερικό κυττάρων ή ιστών του σώματος» ή σε «κάθε ουσία ή τύπο κυττάρου που εμφανίζεται στο εσωτερικό ή εξαπλώνεται μέσω των διακένων (διάμεσος χώρος ή/και κυψελίδες) του πνεύμονα, που είναι ξένη/ο για τον πνεύμονα, ή που συσσωρεύεται σε μεγαλύτερη της φυσιολογικής ποσότητα στο εσωτερικό του». Μτφρ. αγγλ. όρου - by Elias Marios Kounas
        • Example sentence(s)
          • Χαρακτηρίζεται από τουλάχιστον δύο από τα παρακάτω συμπτώματα: πόνος στο στήθος, πυρετός, πνευμονικό διήθημα ή εστιακή ανωμαλία, αναπνευστικά προβλήματα, υποξαιμία. - Φέρρη by Elias Marios Kounas
          • Άνδρας 68 ετών, με φυσιολογική δραστηριότητα, από την κοινότητα εμφανίζει υψηλό πυρετό, ρίγος, βήχα και πυώδη απόχρεμψη. Εξετάζεται σε νοσοκομείο και διαπιστώνεται πνευμονικό διήθημα με σημαντική υποξυγοναιμία. Πιο είναι το πιο πιθανό παθογόνο; - Ελλ. Εταιρ. Λοιμώξεων by Elias Marios Kounas
        • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Russian
      • Search
        • Term
          • легочный инфильтрат
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • При легочном инфильтрате здоровая ткань заменяется патологическим образованием, наполненным жидкостью, химическими веществами или какими-либо клетками. Здоровье человека - by Vanda Nissen
        • Example sentence(s)
          • Синдром легочного инфильтрата – один из наиболее часто встре-чающихся пульмонологических синдромов - Учебное пособие by Vanda Nissen
          • Пневмония - это воспаление легких, сопровождающееся образованием лёгочного инфильтрата или воспалением интерстициальной ткани - Обзор пневмонии by Vanda Nissen
        • Related KudoZ question
  • Compare this term in: Croatian, Arabic, Armenian, Bulgarian, German, Dutch, English, Spanish, Persian (Farsi), French, Italian, Polish, Portuguese, Romanian, Slovenian, Ukrainian

The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license.

Creative Commons License