To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise.

    Home
    • Romanian
      • Search
        • Term
          • Echipament individual de protectie
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • Prin echipament individual de protecție se poate înțelege orice echipament destinat a fi purtat sau mânuit de către un lucrător pentru a-l proteja împotriva unuia ori a mai multor riscuri care ar putea să îi pună în pericol securitatea și sănatătea la locul de muncă, precum și orice supliment sau accesoriu proiectat pentru a îndeplini acest obiectiv Wikipedia - by Adriana Dragomir
        • Example sentence(s)
          • Echipamentul individual de protectie reprezinta echipamentul destinat protectiei lucratorilor la locul de munca. - Legislatia muncii by Adriana Dragomir
          • Echipamentul individual de protectie este destinat eliminarii unuia sau mai multor riscuri care ar pune in pericol securitatea si sanatatea lucratorului. - Legislatia muncii by Adriana Dragomir
        • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Dutch
      • Search
        • Term
          • persoonlijke beschermingsmiddelen (PBM)
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • Persoonlijke beschermingsmiddelen worden gebruikt door mensen die beroepen uitoefenen waar risico's aan verbonden zijn, om letsel en lichamelijke schade te voorkomen. Het gebruik van persoonlijke beschermingsmiddelen is de meest directe manier om arbeidsrisico's te verminderen. Persoonlijke beschermingsmiddelen beschermen vaak maar een beperkt gedeelte van het lichaam zoals ogen, oren, ademhaling, handen, of voeten. Ze zijn gericht op specifieke gevaren zoals raken, doorboren, te hoog geluidsniveau, giftige stoffen, enzovoort. Persoonlijke beschermingsmiddelen dienen geen nieuwe gevaren te introduceren door bijvoorbeeld beperkte bewegingsvrijheid of gelimiteerd zicht. Wiki - by Barend van Zadelhoff
        • Example sentence(s)
          • NUNSPEET - In de strijd tegen het coronavirus is er een groot tekort aan persoonlijke beschermingsmiddelen. Ook bestaat er nog veel onduidelijkheid over het testen van zorgmedewerkers. WZU Veluwe in onder meer Nunspeet luidt de noodklok. 'Toezeggingen zijn helaas nog niet waargemaakt.' - Omroep Gld by Barend van Zadelhoff
        • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Greek
      • Search
        • Term
          • ΜΑΠ (μέσα ατομικής προστασίας)
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • Τα Μέσα Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ), γνωστά και ως Είδη Ατομικής Προστασίας ή Personal Protective Equipment, αφορούν σε προστατευτικά ρούχα, κράνη ή καπέλα ασφαλείας, γυαλιά προστασίας, παπούτσια ασφαλείας ή άλλα ρούχα εργασίας ή εξοπλισμό που έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει το σώμα όποιου τον φοράει από τραυματισμό, μόλυνση ή άλλο κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία του. Axion Cotton - by Nick Lingris
        • Example sentence(s)
          • Η χρήση των ΜΑΠ πρέπει να θεωρείται ως η τελευταία λύση για την προστασία των εργαζομένων και να χρησιμοποιείται μόνον εφόσον οι κίνδυνοι δεν μπορούν να αποφευχθούν ούτε να περιοριστούν επαρκώς με τεχνικά μέτρα ή μέσα συλλογικής προστασίας ή με μέτρα, μεθόδους ή διαδικασίες οργάνωσης της εργασίας. - ΕΛΙΝΥΑΕ by Nick Lingris
          • Είπε ότι εργάζονταν στα δύο τμήματα Covid που έχουν δημιουργηθεί στο νοσοκομείο, εκτιμώντας ότι κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό η εν λόγω εξέλιξη σχετίζεται με τα μέσα ατομικής προστασίας που παρέχονται στο προσωπικό. - Εφημ. Έθνος by Nick Lingris
          • «Θέλοντας να εκδηλώσουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους και να συνεισφέρουν στην καταπολέμηση της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19», όπως αναφέρει σχετική ανακοίνωση, οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί Τυποποίησης (CEN-CENELEC) πρότειναν και ο Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης (ΕΛΟΤ) αποφάσισε να διαθέσει χωρίς χρέωση, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ορισμένα πρότυπα για μέσα ατομικής προστασίας και ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό. - epixeiro.gr by Nick Lingris
        • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Chinese
      • Search
        • Term
          • 个人防护设备
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • PPE是personal protective equipment 的简写,所称PPE系指任何供个人为防备一种或多种损害健康和安全的危险而穿着或持用的装置或器具。 主要用于保护雇员免受由于接触化学辐射、电动设备、人力设备、机械设备或在一些危险工作场所而引起的严重的工伤或疾病。除了面罩,安全玻璃,安全鞋以外,个人防护设备包括了大量的呼吸防护设备、防护服、包括安全帽、护目镜、听觉保护器(耳塞)、安全手套、安全鞋、呼吸器和安全带。 英瑞得国际认证 - by Frank Feng
        • Example sentence(s)
          • 世卫组织指出,医护人员依靠个人防护设备来保护自己和患者免受感染,并免于感染他人。但是,由于缺乏接触手套、医用口罩、呼吸器、护目镜、面罩、罩衫和围裙之类的用品,医生、护士和其他一线工作者无法充分护理2019冠状病毒病的患者。 - UN by Frank Feng
          • BSI致力于帮助PPE(个人防护设备)制造商证明其符合相关法律。 - BSI Group by Frank Feng
          • 每天,安全经理孜孜不倦地要求员工佩戴不舒适、老土而且难以穿脱的个人防护设备 (PPE)。霍尼韦尔设计受工人喜爱的高性能、时尚安全解决方案,帮助解决这一难题。 - Honeywell by Frank Feng
        • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Hungarian
      • Search
        • Term
          • egyéni védőfelszerelés
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • A munkavédelemről szóló 1993. évi XCIII. törvény (a továbbiakban: Mvt.) az egyéni védőeszköz kifejezést használja. Más jogszabályok egyéni védőfelszerelés vagy védőfelszerelés szóhasználattal élnek. A szabványok a védőeszközt esetenként személyi védőeszköz néven említik. Ezek az elnevezések egymással egyenértékűek. ommf.gov.hu (PDF) - by András Illyés
        • Example sentence(s)
          • Veszélyes anyagokat, keverékeket felhasználó egységnél gondoskodik az előírások betartásáról. (bejelentés, kockázatok értékelése, oktatás, biztonsági adatlapok, egyéni védőfelszerelés, biztonságos tárolás, munkavégzés, keletkezett hulladék kezelése, munkaeszközök biztonságos állapota, időszakos felülvizsgálat) - Szegedi Tudományegyetem by András Illyés
          • Egyéni védőfelszerelés A 2011 tavaszán indult projektet Magyarországon az elsők között vezették be egész Európában. Miről is szól ez a kezdeményezés? Röviden összefoglalva: a növényvédelmi eszközök okszerű és szakszerű felhasználásával megfelelni a társadalom egyre fokozódó környezeti elvárásainak, a jogszabályi keretek által előírtakon felül is. Szakszerűtlen permetezés, szállítás és egyéb tevékenységek során növényvédőszerek kerülhetnek élővizeinkbe. A program bemutatja azt a legjobb gazdálkodási gyakorlatot, amellyel elkerülhető a szennyezés kialakulásának veszélye. A kiadvány tanácsokat ad a növényvédőszerek kijutattásához, a permetezőgépek használatához, és a tartályok tisztításához, valamint a védőeszközök helyes alkalmazásához a kockázatok csökkentésének érdekében. A környezettudatosság gyakorlati megvalósításához azonban kulcsfontosságú a gazdálkodók ismerete és magatartása. - BASFAgro by András Illyés
          • Egyéni védőfelszerelés – a felhasználó biztonsága A növényvédelmi munkálatok során szükséges védőeszközökre kötelező előírások vonatkoznak, amit a növényvédő szer engedélyezése során a toxikológiai-munkaegészségügyi engedélyezési szakhatóság ír elő a termék toxikológiai jellemzői és a kockázatértékelés alapján. - Syngenta by András Illyés
        • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Greek
      • Search
        • Term
          • ΜΑΠ (μέσα ατομικής προστασίας)
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • Τα Μέσα Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ), γνωστά και ως Είδη Ατομικής Προστασίας ή Personal Protective Equipment, αφορούν σε προστατευτικά ρούχα, κράνη ή καπέλα ασφαλείας, γυαλιά προστασίας, παπούτσια ασφαλείας ή άλλα ρούχα εργασίας ή εξοπλισμό που έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει το σώμα όποιου τον φοράει από τραυματισμό, μόλυνση ή άλλο κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία του. Axion Cotton - by Nick Lingris
        • Example sentence(s)
          • Η χρήση των ΜΑΠ πρέπει να θεωρείται ως η τελευταία λύση για την προστασία των εργαζομένων και να χρησιμοποιείται μόνον εφόσον οι κίνδυνοι δεν μπορούν να αποφευχθούν ούτε να περιοριστούν επαρκώς με τεχνικά μέτρα ή μέσα συλλογικής προστασίας ή με μέτρα, μεθόδους ή διαδικασίες οργάνωσης της εργασίας. - ΕΛΙΝΥΑΕ by Nick Lingris
          • Είπε ότι εργάζονταν στα δύο τμήματα Covid που έχουν δημιουργηθεί στο νοσοκομείο, εκτιμώντας ότι κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό η εν λόγω εξέλιξη σχετίζεται με τα μέσα ατομικής προστασίας που παρέχονται στο προσωπικό. - Εφημ. Έθνος by Nick Lingris
          • «Θέλοντας να εκδηλώσουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους και να συνεισφέρουν στην καταπολέμηση της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19», όπως αναφέρει σχετική ανακοίνωση, οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί Τυποποίησης (CEN-CENELEC) πρότειναν και ο Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης (ΕΛΟΤ) αποφάσισε να διαθέσει χωρίς χρέωση, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ορισμένα πρότυπα για μέσα ατομικής προστασίας και ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό. - epixeiro.gr by Nick Lingris
        • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Dutch
      • Search
        • Term
          • persoonlijke beschermingsmiddelen (PBM)
        • Additional fields of expertise
        • Definition(s)
          • Persoonlijke beschermingsmiddelen worden gebruikt door mensen die beroepen uitoefenen waar risico's aan verbonden zijn, om letsel en lichamelijke schade te voorkomen. Het gebruik van persoonlijke beschermingsmiddelen is de meest directe manier om arbeidsrisico's te verminderen. Persoonlijke beschermingsmiddelen beschermen vaak maar een beperkt gedeelte van het lichaam zoals ogen, oren, ademhaling, handen, of voeten. Ze zijn gericht op specifieke gevaren zoals raken, doorboren, te hoog geluidsniveau, giftige stoffen, enzovoort. Persoonlijke beschermingsmiddelen dienen geen nieuwe gevaren te introduceren door bijvoorbeeld beperkte bewegingsvrijheid of gelimiteerd zicht. Wiki - by Barend van Zadelhoff
        • Example sentence(s)
          • NUNSPEET - In de strijd tegen het coronavirus is er een groot tekort aan persoonlijke beschermingsmiddelen. Ook bestaat er nog veel onduidelijkheid over het testen van zorgmedewerkers. WZU Veluwe in onder meer Nunspeet luidt de noodklok. 'Toezeggingen zijn helaas nog niet waargemaakt.' - Omroep Gld by Barend van Zadelhoff
        • Related KudoZ question
  • Compare this term in: Serbian, Serbian, Croatian, Croatian, Arabic, Arabic, Bengali, Bengali, Bulgarian, Bulgarian, Czech, Czech, Chinese, German, German, English, Spanish, Spanish, Estonian, Persian (Farsi), Persian (Farsi), Finnish, French, French, Hungarian, Indonesian, Indonesian, Italian, Italian, Japanese, Korean, Latvian, Malay, Polish, Polish, Portuguese, Portuguese, Romanian, Russian, Russian, Slovak, Slovak, Slovenian, Slovenian, Turkish, Turkish, Ukrainian, Ukrainian

The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license.

Creative Commons License