To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise.

    Home Compare [close]
    • French
      • Social Science, Sociology, Ethics, etc.
        • Search
          • Term
            • groupe d'intérêt
          • Additional fields of expertise
          • Definition(s)
            • Association plus ou moins volontaire d'individus constituant un public, ayant des dispositions semblables relativement stables, en vue de promouvoir ou de défendre de façon permanente, temporaire ou intermittente, un ou des objets collectifs, immédiats ou communs, perçus par eux comme conformes à leurs besoins et aspirations propres, orientés d'une manière plus ou moins exclusive ou constante vers le système politique mais existant indépendamment de ce dernier, et qui suscite chez eux des impressions similaires tout en les disposant à faire pression auprès des centres de décisions politiques par des moyens jugés adéquats, sans toutefois les inciter à viser à la conquête du pouvoir. TERMIUM - by Pierre Francois
          • Example sentence(s)
            • En ce sens, les groupes d’intérêt jouent un rôle de relais de diffusion, au niveau national, d’un certain type d’informations sur l’Europe. Ils agissent certes selon des logiques différentes, à destination de publics cibles, en mobilisant une multiplicité de méthodes et stratégies de communication, mais opèrent tous une sélection, souvent à travers un cadrage national ad hoc, de l’information sur l’Europe. En ce sens, ils assurent une médiation partielle de l’information produite massivement par la « machine communautaire »10 pour l’adapter à leurs publics. Il n’en demeure pas moins que, en dépit de leurs stratégies propres de communication et du rapport instrumental qu’ils ont à l’information, ces relais nationaux sectoriels jouent un rôle positif dans la sensibilisation des publics aux questions européennes, en particulier par l’éclairage expert qu’ils apportent sur ces dernières. - Horizons Strategiques by Pierre Francois
          • Related KudoZ question
    Compare [close]
    • Greek
      • Social Science, Sociology, Ethics, etc.
        • Search
          • Term
            • ομάδα πίεσης
          • Additional fields of expertise
          • Definition(s)
            • Η ομάδα πίεσης είναι μια ομάδα προσώπων που προσπαθεί να επηρεάσει τα όργανα της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας, επιδιώκοντας την πιο συμφέρουσα για τα μέλη της, ή και για το κοινωνικό σύνολο, απόφαση ή λύση. Ως ομάδα πίεσης κατά τον Σβάρτσενμπεργκ ορίζεται: «μια οργάνωση που δημιουργήθηκε με σκοπό την υπεράσπιση συμφερόντων και που ασκεί πίεση στις δημόσιες αρχές για να τους αποσπάσει αποφάσεις σύμφωνες με συγκεκριμένα συμφέροντα»[1].Οι ομάδες πίεσης είναι συνήθως εργατικά συνδικάτα, κινήματα νέων, φεμινιστικά κινήματα, ενώσεις γονέων κ.τ.λ. καθώς και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, σε τοπικό ή διεθνές επίπεδο. wikipedia - by vangelisc (X)
          • Example sentence(s)
            • Η παρούσα μελέτη προσπαθεί να εμβαθύνει στην επίδραση των εθνοτικών ομάδων πίεσης στην Αμερικανική εξωτερική πολιτική χρησιμοποιώντας ως παραδείγματα την δραστηριοποίηση του Ελληνικού και το Εβραϊκού λόμπυ την δεκαετία του 1970. - eliamep.gr by vangelisc (X)
            • Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει κάποιος όταν θελήσει να ασχοληθεί με τις περίφημες ομάδες πίεσης είναι ότι ενώ την γενική κατεύθυνση της χώρας και τη ζωή μας τι διαχειρίζεται η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα, εν συνόλω, την καθημερινή μας ζωή την επηρεάζουν, πολύ πιο άμεσα και έντονα, οι ομάδες πίεσης και μάλιστα κυρίως μέσα από τη μορφή της διατάραξης των συγκοινωνιών ή άλλων ζωτικών λειτουργιών. - lamianews.blogspot.com by vangelisc (X)
            • Αρχικά αναπτύσσεται η θέση ότι οι ομάδες πίεσης συγκροτούνται από τρία βασικά στοιχεία: 1) ομάδες οργανωμένες 2) για την προάσπιση συμφερόντων 3) με άσκηση πίεσης στην εξουσία - enet.gr by vangelisc (X)
          • Related KudoZ question
    Compare [close] Compare [close]
    • Serbian
      • Social Science, Sociology, Ethics, etc.
        • Search
          • Term
            • Interesna grupa
          • Additional fields of expertise
          • Definition(s)
            • Interesna grupa je organizovana grupa ljudi koja vrši određeni pritisak na Vladu sa određenim ciljem njihovog delovanja. Wikipedia - by Natasa Djurovic
          • Example sentence(s)
            • Interesna grupa ili grupa za pritisak je bilo koja relativno trajna grupa koja se služi različitim načinima pritiska na pojedince ili javno mnjenje ili na centre političke moći kako bi ostvarila neki svoj interes. - Wikipedia by Natasa Djurovic
            • “DS JE INTERESNA GRUPA” » 13. Mart. 2008 | (12:42 -> 12:57), Izvor : Beta, Komentari: 0 Potpredsednik Demokratske stranke Srbije Borko Ilić optužio Demokratsku stranku da je "interesna grupa" a ne politička partija Potpredsednik Demokratske stranke Srbije Borko Ilić optužio je Demokratsku stranku da je "interesna grupa" a ne politička partija. "Probali smo, napravili vladu sa Demokratskom strankom, ali smo videli da im se ne može verovati jer ih zanima samo njihov lični interes", rekao je Ilić. On je oštro kritikovao visokog funkcionera DS-a Dragana Đilasa zbog izjave da građani koji glasaju za DSS zapravo daju glas SRS-u i optužio ga da ga ne zanima interes građana Srbije već "njegov lični devizni račun". "Neophodno je da Dragan Đilas saopšti građanima koliko miliona evra on ima na svom računu. Posebno je važno da predoči javnosti da li se njegov devizni račun uvećao od kad je ministar u vladi i koliko sada tačno miliona evra ima", naveo je Ilić. Prema njegovim rečima, na taj način bi se jasno videlo zašto je Đilas u politici: zbog građana ili zbog svog deviznog računa. "Glas za DS na izborima zapravo je glas za povećanje Đilasovog deviznog računa. Građani bi voleli da Đilas, kome su puna usta priče o boljem životu, s njima podeli magičnu formulu kako da zarade milione evra u Srbiji i da onda i oni žive dobro kao i Đilas i još neki funkcioneri DS-a", rekao je Ilić. - Studio B by Natasa Djurovic
          • Related KudoZ question
    Compare [close]
  • Compare this term in: Albanian, Arabic, Bulgarian, Czech, Chinese, Danish, German, English, Spanish, Persian (Farsi), Finnish, Hebrew, Hindi, Hungarian, Indonesian, Italian, Japanese, Latvian, Lithuanian, Macedonian, Norwegian, Polish, Portuguese, Romanian, Russian, Slovak, Swedish, Turkish, Ukrainian

The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license.

Creative Commons License